Σε ένα ψηφιακό σήμα SPDIF ασχολούμαστε με κυρίως τρείς τομείς μετρήσεων
Τον καθαρά ηλεκτρικό, τον ψηφιακό (χρειάζεται λογικός αναλυτής) και την συμμόρφωση με το πρωτόσκολο που αποτελεί τη συνέχεια του προηγούμενου (χρειάζεται αναλυτής πρωτοκόλλου).
Ο πρώτος τομέας είναι ο σπουδαιότερος και πιο κοντά στο hardware, διότι αφορά το καθαρά ηλεκτρικό κομμάτι των μετρήσεων οι όποιες δεν διαφέρουν σε τίποτα συγκριτικά με κάθε άλλη μέτρηση ηλεκτρικού σήματος. Οι μετρήσεις αυτού του είδους είναι κατά την άποψή μου οι δυσκολότερες και ασχολούνται με τη ποιότητα των παλμών (π.χ εύρος, πλάτος, ρυθμός ανόδου – καθόδου, ringing – settling time, σταθερότητα, ακρίβεια και ορθότητα συχνότητας, στιγμιαία διακύμανση φάσης - jitter, κ.α). Για τις βασικές μετρήσεις όπως πλάτος, εύρος, ρυθμός ανόδου – καθόδου χρειάζεται ένας παλμογράφος με πολύ καλή και σταθερή βάση χρόνου, εξαιρετικό trigger και εύρος εισόδου πάνω από 120 Mhz αν έχουμε σκοπό να δούμε SPDIF 192ΚHz /24bit. Αν αναρωτηθείτε γιατί; Σκεφτείτε πως έχουμε λέξη 32bit (άσχετο αν χρησιμοποιούνται μόνοι τα 20 ή τα 24 από αυτά για τη μουσική). Άρα 32 bit επί 192.000 δειγματοληψίες το δευτερόλεπτο, μας δίνει 6.144.000 παλμούς ανά δευτερόλεπτο για το ένα κανάλι. Και για τα δύο κανάλια μαζί χρειάζονται 12.288.000 παλμοί ανά δευτερόλεπτο. Η κωδικοποίηση είναι με τη μέθοδο biphase mark που απαιτεί ρολόι σε διπλάσια συχνότητα, δηλαδή 24.576.000 παλμοί το δευτερόλεπτο ή αλλιώς 24,576 MHz. Αυτή είναι και η μέγιστη συχνότητα των παλμών μας, για σήμα SPDIF υψηλής ανάλυσης (τουλάχιστον στα 192ΚHz /24bit). Αν χρειαζόμαστε αξιόπιστη μέτρηση της ποιότητας των παλμών με τα χαρακτηριστικά που είπαμε πιο πάνω, τότε το εύρος συχνότητας του παλμογράφου πρέπει να είναι περίπου 5 φορές μεγαλύτερο δηλαδή περίπου 120 MHz (για το απόλυτο πρέπει να πιάσει την 9η αρμονική του παλμού, οπότε χρειάζονται ……220 – 250 MHz). Το εύρος αυτό ισχύει για το front end σε κάθε παλμογράφο, αναλογικό ή ψηφιακό. Ο ψηφιακός διευκολύνει τα πράγματα διότι μπορεί να αποθηκεύσει το σήμα, ώστε να το μελετήσουμε με H/Y (και όλα όσα αυτό συνεπάγεται), χωρίς να είμαστε υποχρεωμένοι να συνεχίζουμε τη μέτρηση. Φυσικά στη περίπτωση του ψηφιακού πρέπει να έχουμε και τον ανάλογο ρυθμό δειγματοληψίας (λογικά > 1G sample/ sec). Πολύ καλό δείγμα άριστης αγοράς είναι ο παλμογράφος του gfle που παίρνει και ……hacking στα 100 MHz. Τέλος για καλή απεικόνιση χρειάζεται και αρκετά εξελιγμένο σύστημα trigger, που πρέπει να λειτουργεί είτε με κάποιο delay είτε σε συνδυασμό με hold off (ή με λογική συνθήκη που ορίζουμε ) ώστε να δούμε π.χ την αρχή ενός frame – πιστέψτε με δεν είναι πάντα εύκολο, ασχέτως εξοπλισμού).