Απάντηση: Ποια ταινια μόλις ειδατε?
Και συνεχίζω
Από το χαρτί στην οθόνη
Ο Ντε Λαουρέντις πόνταρε πολλά στην τεράστια επιτυχία του κόμικ, που εκδιδόταν ασταμάτητα από τις αρχές της δεκαετίας. Οραματίστηκε την ταινία σαν μια ανεπανάληπτου μεγέθους παραγωγή με ένα πλούσιο καστ και ένα μπάτζετ που προοριζόταν να αγγίξει το αστρονομικό για την εποχή ποσό των τριών εκατομμυρίων δολαρίων. Όταν, όμως, μετά από ένα ατυχές ξεκίνημα (με τον Αντόνιο Τσέρβι στα ηνία και τον Ζαν Σορέλ στον ρόλο του Diabolik) το σχέδιο πέρασε στα χέρια του Μάριο Μπάβα, τα πράγματα άλλαξαν ριζικά. Ο ίδιος, συνηθισμένος να γυρίζει στις σκοτεινές ταινίες τρόμου του με την απόλυτη ελευθερία που του εξασφάλιζε το συνήθως μηδαμινό του μπάτζετ, είδε στο «Diabolik» μια πρόκληση που, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, σύντομα μεταμορφώθηκε σε εφιάλτη.
Βασιζόμενος όχι στο μπάτζετ αλλά στις εξαιρετικά εμπνευσμένες του ιδέες και στην πείρα του από τις φτηνές παραγωγές, ο Μπάβα κατόρθωσε να γυρίσει εν τέλει την ταινία χρησιμοποιώντας μόνο 400 χιλιάδες δολάρια από τα χρήματα του Ντε Λαουρέντις. Ο τελευταίος έμεινε απόλυτα ικανοποιημένος όχι μόνο από τη σημαντική οικονομία, αλλά και από το αποτέλεσμα. Είχε άλλωστε κάθε λόγο να νιώθει ευτυχής με τη ματιά του Μπάβα, που ήταν απόλυτα συντονισμένη με τη λογική του κόμικ. Η εικαστική προσέγγιση του σκηνοθέτη προέκυπτε από το ενδιαφέρον του για τη γραφιστική, αλλά και την ενασχόλησή του με τη ζωγραφική.. Στο πλευρό του, η Αυστριακή καλλονή Μαρίζα Μελ αντικατέστησε κάτι παραπάνω από επάξια την αρχική επιλογή του Ντε Λαουρέντις, Κατρίν Ντενέβ, η οποία φοβήθηκε τις τολμηρές (για την εποχή) ερωτικές σκηνές, αλλά και επέδειξε μηδενική ερωτική χημεία με τον Λο στα screen tests.
Το Ποπ στο σινεμά
Από τη γαλλική πλευρά της παραγωγής, παρέμεινε εντούτοις ο Μισέλ Πικολί στον ρόλο του αστυνομικού επιθεωρητή Γκίνκο, ενώ ο Βρετανός κωμικός Τέρι Τόμας και ο Ιταλός Αντόλφο Τσέλι συμπληρώνουν τους βασικούς ρόλους του καστ. Πέρα από τους ηθοποιούς, όμως, το φιλμ δείχνει σήμερα σαν μια χρονοκάψουλα της ποπ κουλτούρας των 60s: αναδεικνύει τη στιλιστική παλέτα της εποχής μέσα από τη σκηνογραφία των Πιέρο Γκεράρντι και Φλάβιο Μονγκερίνι, τις ενδυματολογικές επιλογές του Γκεράρντι και της Λουτσιάνα Μαρινούτσι και την ταιριαστή μουσική επένδυση του Ενιο Μορικόνε. Σήμερα, αυτή του ακριβώς η ελαφρότητα, οι camp υπερβολές, το υποτυπώδες σενάριο και οι ανόητοι διάλογοι κάνουν το φιλμ να μοιάζει με μια χαριτωμένη παραξενιά από τα μακρινά πολύχρωμα sixties. Κι όμως, είναι ακριβώς αυτά τα ίδια στοιχεία που, ιδωμένα με λίγο διαφορετική ματιά, το καθιστούν τόσο γοητευτικό. Η αθωότητά του, η ευκολία με την οποία ηρωοποιεί έναν κακοποιό, η ελαφρότητα με την οποία αντιπαρέρχεται τη βαρύτητα της πραγματικότητας, κάνουν το «Danger: Diabolik» όχι μόνο ένα κλασικό δείγμα ενός εμπνευσμένου ποπ σινεμά, αλλά και μια από τις πιο απολαυστικές, αφράτες και νοσταλγικές κινηματογραφικές απολαύσεις που μας χάρισε η μεγάλη οθόνη.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΡΑΣΣΑΚΟΠΟΥΛΟΣ